ΚΟΥΠΑΤΣΑΡΑΙΟΙ, ΜΙΑ ΞΕΧΩΡΙΣΤΗ ΦΥΛΗ ΤΗΣ ΠΙΝΔΟΥ

Το όνομα Κουπατσαραίοι παράγεται από τη λέξη «κουπάτσου» που σημαίνει βαλανιδιά, γιατί η περιοχή που κατοικούσαν ήταν σκεπασμένη με δάση από βαλανιδιές. 

Το υψόμετρο λειτουργούσε κάπως σα κριτήριο στη περιοχή των κουπατσαροχωριών. Όσα ήταν σε υψηλό υψόμετρο τo οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο ήταν πιο κοντινό στο αντίστοιχο μοντέλο των βλαχοχωριών και με ευρεία αντίληψη της νομαδικής κτηνοτροφίας. Όσο χαμηλότερα πηγαίνουμε τότε αντιλαμβανόμαστε πως η γεωργία καταλαμβάνει σημαντικότερη θέση. Γεωγραφικά τους εντοπίζουμε στην περιοχή των Γρεβενών.

Μεταξύ των κουπατσαραίων υπήρχαν και πολλοί κτίστες, ξυλουργοί, τσαρουχοποιοί και ράπτες εγχωρίων ενδυμάτων. Η ενδυμασία τους ήταν ένας ενδιάμεσος τύπος από χασιώτικα και βλάχικα στοιχεία. Στις ανδρικές ενδυμασίες τον πρώτο λόγο είχε η φουστανέλα ή η μάλλινη πλατιά περισκελίδα (μπουραζάνα).

Οι Κουπατσαραίοι ήταν ανέκαθεν όλοι ελληνόφωνοι, ωστόσο είχαν μια ξεχωριστή πολιτισμική ταυτότητα με έντονη επιρροή και  αλληλοεπίδραση με άλλες γειτονικές ομάδες, όπως με τους Βλάχους και τους Χασιώτες. Μιλούσαν με ευχέρεια τα βλάχικα. Επίσης, σε αυτή την ιστορικά πολυπολιτισμική περιοχή, λόγω οικονομικής δράσης μιλούσαν σλάβικα και τουρκικά.

Στην ιστορία έμειναν οι ενεργοί και πολλοί αγώνες τους κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας ενταγμένοι στην ιδέα του ξεσηκωμού των Ελλήνων.