Η μετακινούμενη κτηνοτροφία αποτελεί ένα παραδοσιακό κτηνοτροφικό σύστημα προσαρμοσμένο στις εποχικές μεταβολές του κλίματος, αλλά και της διαθέσιμης βοσκήσιμης ύλης και αποτελεί έναν από τους πιο χαρακτηριστικούς τρόπους εκτροφής των ζώων σε όλη μεσογειακή λεκάνη. Καθοριστική γραμμή για την κατάταξη των μετακινήσεων ήταν ο υδροκρίτης Βορρά-Νότου. Οι νομάδες κινούνταν «όπως πάνε τα νερά» των βουνών στα οποία ξεκαλοκαιριάζουν
Μια συνήθεια που κρατά από την αρχαιότητα, όταν οι νομάδες έφευγαν από τον κάμπο για της εύφορες ορεινές περιοχές της Πίνδου. Ατελείωτα καραβάνια με τα ζωντανά, οικογένειες που κουβαλούσαν το βιός τους μετακόμιζαν στα ορεινά λιβάδια από την άνοιξη έως το φθινόπωρο, με στόχο να προσφέρουν άφθονη και ποιοτική τροφή στα ζώα τους. Τρεις εθνοτικές ομάδες, Σαρακατσαναίοι, Βλάχοι και Κουπατσαραίοι, είναι αυτές που μετακινούσαν/μετακινούν τα ζώα το καλοκαίρι σε ορεινά λιβάδια.
Η μετακινούμενη αιγοπροβατοτροφία συνέβαλε και στη διαμόρφωση του τοπίου της περιοχής, αφού τα καραβάνια των κτηνοτρόφων κατασκεύασαν τα ξακουστά πέτρινα γεφύρια προς διευκόλυνση των μετακινήσεων, που συνέδεαν κυρίως τη Θεσσαλία με τη Δυτική Μακεδονία. Έχει και περιβαλλοντική διάσταση, καθώς αξιοποιούνταν οι ορεινοί βοσκότοποι και οι οριακές εκτάσεις, προστατευόταν η γενετική ποικιλότητα και ενισχυόταν η διατήρηση αυτόχθονων φυλών. Με τη βόσκηση των ζώων η βλάστηση παραμένει χαμηλή, γίνεται αποψίλωση, αποφεύγεται ο κίνδυνος πυρκαγιών, ενώ όταν ξεσπούν φωτιές από άγνωστη αιτία, πρώτος ο κτηνοτρόφος θα σπεύσει να τη σβήσει ή να ενημερώσει τις αρμόδιες αρχές.
Πάνε αρκετές δεκαετίες που η ζωή έχει αλλάξει, όλο και λιγότεροι νέοι ασχολούνται με την κτηνοτροφία και ελάχιστοι είναι εκείνοι που αφήνουν την οικογένεια τους και φεύγουν με το κοπάδι στα ορεινά. Σήμερα τα ζώα μεταφέρονται με τα φορτηγά.
Πολιτιστικά στοιχεία όπως η καλύβα του τυροκόμου σκεπασμένη με άχυρο από σίκαλη, τη βριζαμιά, με ένα μικρό προαύλιο, περιφραγμένο και χωρίς σκεπή, για να βγαίνουν τα γιδοπρόβατα να τρώνε, το μπατζαριό όπου χώρα λάμβανε η διαδικασία της τυροκόμισης, η στρούγκα ένα κυκλικό, περιφραγμένο μέρος με πασσάλους και με τσάκνα. Μπροστά ήταν τα καθίσματα στα οποία κάθονταν οι αρμεχτάδες (γαλάρια και στείρα).
Της προσοχής μας χρήζουν το ντύσιμο των βοσκών με την κάπα και το ταλαγάνι. Η κάπα ήταν το σκέπασμα, το αδιάβροχο για τη βροχή, η ζεστή γούνα για το κρύο. Το ταλαγάνι ήταν ειδικά φτιαγμένο για να σκεπάζει το κεφάλι, να 'ναι γυρτό στους ώμους για να φεύγει το νερό. Η αντίληψη του χρόνου μέσω του ήλιου και το ιδιόμορφο ρολόι που είχαν οι βοσκοί όταν στέκονταν στον ήλιο καθώς έβλεπαν το σώμα τους πόσο ίσκιο άφηνε και υπολόγιζαν με τον τρόπο αυτό την ώρα. Τέλος το μοναδικό και σπάνιο λεξιλόγιο τους. Λέξεις όπως τσάκνα (τα ξύλα που μένουν από το στεγνό κλαδί αφού το φάνε τα πρόβατα), τσαντήλα (σακούλα χοντρή-υφαντή, που στραγγίζει το τυρόγαλο από τη μυζήθρα), γρεκί (το μέρος που κοιμούνται τα πρόβατα), πνάκι (ξύλινο χειροποίητο βαθουλό πιάτο), χλιάρι (ξύλινο χειροποίητο κουτάλι) και ένα σωρό ακόμα λέξεις αναδεικνύουν μια ολόκληρη κουλτούρα.
Η έρευνα, η διάσωση, όπως και η ανάδειξη αυτής της κουλτούρας είναι σαφές ότι αποτελούν ζητήματα στα οποία εμπλέκεται άμεσα και η κοινότητα του πολιτισμού της χώρας.